Τόμσον, Φράνσις

Τόμσον, Φράνσις
(Tompson, Πρέστον, Λάνκασαϊρ 1859 – Λονδίνο 1907). Άγγλος ποιητής. Καθολικός και αυτός, όπως και η οικογένειά του, καταπιάστηκε χωρίς επιτυχία με διάφορες ασχολίες, εωσότου εγκαταστάθηκε οριστικά στο Λονδίνο (1885), όπου η ζωή του περνούσε μέσα στην αθλιότητα. Με τη συμπαράσταση του Ουίλφριντ Μένελ, διευθυντή του περιοδικού Ευτυχισμένη Αγγλία και το αγκάλιασμα στους κόλπους της καθολικής αυτής οικογένειας, ο Τ. κατανίκησε τη συνήθεια του οπίου, την οποία απέκτησε στη διάρκεια μιας ασθένειας, και αφοσιώθηκε στη λογοτεχνία. Το 1892 αποσύρθηκε στο φραγκισκανό μοναστήρι Παντάσαφ, όπου συνδέθηκε με στενή φιλία με τον ποιητή Κ. Πάτμορ. Η πρώτη του ποιητική συλλογή κυκλοφόρησε με τον τίτλο Ποιήματα (1893) και περιλάμβανε ένα από τα γνωστότερα δημιουργήματά του, Το ουράνιο λαγωνικό, γραμμένο το 1889 πάνω στο συχνό θέμα του κυνηγιού του Θεού για την ψυχή. Ακολούθησαν τα Αδελφικά άσματα (1895) και τα Καινούργια ποιήματα (1897), το γλωσσικό ύφος των οποίων είναι τυπικό του ποιητικού αισθητισμού της δεκαετίας του ’90 και ξεχωρίζει για τη λεπτότητά του. Το κυριότερο από τα κριτικά έργα του είναι μία μελέτη για τον Σέλεϊ, γραμμένη το 1889, που δημοσιεύτηκε μετά τον θάνατό του στην Επιθεώρηση του Δουβλίνου (1909). Από τα πεζά του ξεχωρίζουν τα θρησκευτικού χαρακτήρα έργα Υγεία και αγιότητα και Μελέτη για τις σχέσεις ανάμεσα στον αδελφό Όνο, το Σώμα, και τον αναβάτη του, την ψυχή (1905).

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • Άστον, Φράνσις Γουίλιαμ — (Francis William Aston, Μπέρμιγχαμ 1877 – Κέιμπριτζ 1945). Άγγλος φυσικός και χημικός. Σπούδασε στο Μπέρμιγχαμ και στο Κέιμπριτζ, όπου έγινε καθηγητής της φυσικής το 1920. Βοηθός του Τζόζεφ Τζον Τόμσον στο εργαστήριο Κάβεντις, συνεργάστηκε με τον …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… …   Dictionary of Greek

  • άτομο — Στοιχείο της φύσης που η επισήμανσή του σχετίζεται με την ιδέα του αδιαίρετου της ύλης. Ά. είναι το μικρότερο μέρος ενός στοιχείου, το οποίο διατηρεί τις ιδιότητές του και μένει αμετάβλητο στις συνήθεις χημικές αντιδράσεις. Ετυμολογικά ο όρος ά.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”